Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία

Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία
Μεσαιωνική αυτοκρατορία της κεντρικής Ευρώπης. Ως τυπική απαρχή της αναφέρεται το 961 (με ιδρυτή τον Όθωνα Α’ τον Μεγάλο) και ως τυπική λήξη της το 1806, οπότε ο αυτοκράτορας Φραγκίσκος Β’ των Αψβούργων παραιτήθηκε από τον τίτλο του Ρωμαίου αυτοκράτορα. Ως ουσιαστική απαρχή της αναφέρεται η νύχτα των Χριστουγέννων του έτους 800, όταν o πάπας Λέων Γ’ έστεψε στη Ρώμη τον Κάρολο τον Μέγα (Καρλομάγνο) άγιο Ρωμαίο αυτοκράτορα, βασιλιά των Φράγκων (κληρονομικώ δικαίω), βασιλιά των Λογγοβαρδών (κατακτητικώ δικαίω), υπερασπιστή της χριστιανικής θρησκείας εναντίον των Αράβων της Ισπανίας και προπαγανδιστή της στους βαρβάρους της Γερμανίας, που σχεδόν την είχε υποτάξει. Την Α.Ρ.α. οι ιδρυτές της την είχαν ονειρευτεί όχι ως ένα καινούργιο κράτος, αλλά ως επάνοδο –που την είχε αποφασίσει η θεία πρόνοια και την πραγματοποίησε ο πάπας– της παλαιάς Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Ανατολή, όπου την είχε μεταφέρει ο Μέγας Κωνσταντίνος, στη Δύση και επίσης ως αποκατάσταση της Ρώμης ως πρωτεύουσας, αντί του Βυζαντίου. Το γεγονός αυτό του έτους 800 είχε δύο προϋποθέσεις: την απόσπαση της Ρώμης από το Βυζάντιο και την παρουσία μιας νέας και μεγάλης δύναμης στη Δύση, όπως ήταν το βασίλειο των Φράγκων. Βασικότερη όμως προϋπόθεση ήταν η θέληση της εκκλησίας να δώσει την προστασία της σε ένα κράτος ικανό να την υπερασπίσει εναντίον των πολλών και ισχυρών εχθρών της. Οι αυτοκράτορες, πράγματι, θεωρούσαν χρέος τους να υπερασπίζουν την εκκλησία και να συνηγορούν υπέρ αυτής, ακόμα και όταν οι σχέσεις τους με τον παπισμό δεν ήταν καθόλου φιλικές. Η αυτοκρατορία της εποχής των Καρολίδων περιλάμβανε τα εδάφη της Γαλλίας, της Γερμανίας, έως τον Έλβα, της Αυστρίας και της βορειοκεντρικής Ιταλίας, θεωρητικά όμως αγκάλιαζε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο· γι’ αυτό και ήταν δύσκολη η σύναψη μιας συμφωνίας με την Ανατολή, που, υποταγμένη στη Βυζαντινή αυτοκρατορία, εξακολουθούσε να ονομάζεται ρωμαϊκή και δεν έπαψε να έχει ανάλογες φιλοδοξίες ενότητας και καθολικότητας έως το σχίσμα των εκκλησιών Ανατολής και Δύσης (1054). Η πολιτική συγκρότηση της Α.Ρ.α. ήταν φεουδαρχική. Στην αρχή η εξουσία ήταν συγκεντρωμένη γύρω από τον αυτοκράτορα· οι κόμητες, οι μαρκήσιοι, οι missi dominici,στους χρόνους του Καρλομάγνου ήταν γνήσιοι υπάλληλοι του αυτοκράτορα· αργότερα άρχισε η αποκέντρωση, ώσπου σχηματίστηκε ένα είδος ομοσπονδίας ηγεμόνων υποτελών στον αυτοκράτορα με δεσμούς συχνά τυπικούς. Οι διασπαστικές τάσεις των ηγεμόνων μέσα στους κόλπους της αυτοκρατορίας άρχισαν να αναπτύσσονται με τους πολέμους μεταξύ των απογόνων του Καρλομάγνου και αποκορυφώθηκαν όταν εκθρονίστηκε ο τελευταίος αυτοκράτορας των Καρολιδών, ο Κάρολος Γ’ ο Παχύς (887), που τις ακολούθησε για έναν περίπου αιώνα φεουδαρχική αναρχία. Την εποχή αυτή άρχισαν να γίνονται εντονότερες οι εθνικές διαφορές (Γάλλοι, Γερμανοί, Ιταλοί) μέσα στην αυτοκρατορία, οι οποίες έκαναν όλο και δυσκολότερο το πρόβλημα να διατηρηθεί η ενότητά της που ήταν όμως απαραίτητη για την ίδια την ύπαρξή της. Για την αναστήλωση της αυτοκρατορίας κινήθηκε δραστήρια κατά τον 10o αι. ο Όθων A’ ο Μέγας της Σαξονίας, φροντίζοντας να αποκαταστήσει και πάλι, κατά το παράδειγμα του Καρλομάγνου, τον ουσιαστικό σύνδεσμο αυτοκρατορίας και εκκλησίας. Στην προσπάθειά του να ενισχύσει την εκκλησία μετέβαλε την υπεράσπιση του παπισμού που ήταν χρέος του σε αληθινή κηδεμονία. Με την εκλογή του Όθωνα Α’ η Γερμανία απέκτησε το προβάδισμα μέσα στην αυτοκρατορία, ενώ συγχρόνως επικράτησε η συνήθεια ο εκλεγόμενος βασιλιάς της Γερμανίας να στέφεται βασιλιάς της Ιταλίας στην Παβία και αυτοκράτορας στη Ρώμη (αυτή την πραγματικότητα εξέφρασε αργότερα o τίτλος «βασιλεύς των Ρωμαίων», που τον έπαιρναν οι Γερμανοί βασιλιάδες με την εκλογή τους). Η υπεροχή της Γερμανίας μέσα στην αυτοκρατορία και του αυτοκράτορα απέναντι στον πάπα ήταν μια από τις αιτίες της παπικής εξέγερσης τον 11o αι. Η μεγάλη εσωτερική μεταρρύθμιση της εκκλησίας και η διεκδίκηση της ελευθερίας της έναντι όλων των κοσμικών ηγεμόνων, συμπεριλαμβανομένου και του αυτοκράτορα, προετοίμασαν την «Έριδα της περιβολής». Η έριδα αυτή έφερε αντιμέτωπους τον παπισμό και την Α.Ρ.α., κυρίως την εποχή που ήταν πάπας ο Γρηγόριος Z’ και αυτοκράτορας ο Ερρίκος Δ’ και επανέφερε στην επιφάνεια την αιώνια διένεξη των δύο αυτών εξουσιών για την επικράτηση: η θεοκρατία και o καισαρισμός έρχονται αντιμέτωποι και συγκρούονται με μεγαλύτερη ή μικρότερη σκληρότητα έως τα μέσα του 14ου αι. και αργότερα. Toν 12o αι. εισχώρησαν (με τον πόλεμο) στο αυτοκρατορικό σύστημα οι κοινότητες, που τις αναγνώρισε ο Φρειδερίκος Α’ Μπαρμπαρόσα o οποίος, αφού πρώτα τις καταπολέμησε σκληρά, τους παραχώρησε ύστερα το προνόμιο της Κωνσταντίας (1183). Ο Μπαρμπαρόσα, όπως o Όθων Α’ και ο Καρλομάγνος, ήταν εξαιρετικά αφοσιωμένος στην αυτοκρατορική ιδέα: ενισχυόμενος από τους νομικούς της Μπολόνια ονειρεύτηκε μια αναστήλωση της αυτοκρατορίας κατά τα ρωμαϊκά πρότυπα και μια αναγέννηση της απολυταρχίας του Ιουστινιανού, που εκφράζεται με την αρχή ότι η θέληση του μονάρχη είναι ο ίδιος ο νόμος. Η αντίδραση όμως με την υποστήριξη του παπισμού των φεουδαρχών από το ένα μέρος και των κοινοτήτων από το άλλο ματαίωσε τις προσπάθειές του. Η πολιτική προς την κατεύθυνση αυτή του τελευταίου μεγάλου αυτοκράτορα του Μεσαίωνα, του Φρειδερίκου Γ’ (13ος αι.), δεν είχε καλύτερα αποτελέσματα. Τα σχέδιά του να ξαναδώσει ζωή στην αυτοκρατορική ενότητα της χριστιανικής Ευρώπης συνάντησαν τα ίδια εμπόδια, πολλαπλάσια μάλιστα: εκτός από τους φεουδάρχες άρχοντες, τις κοινότητες και τον παπισμό, η αυτοκρατορία αρχίζει να αντιμετωπίζει τώρα ως αντιπάλους τους εθνικούς ηγεμόνες της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Καστίλης. Τον 14o αι. η αυτοκρατορία, ως Αγία Χριστιανική Δημοκρατία που θα περιλάμβανε ολόκληρη τη χριστιανοσύνη, ήταν πια μια ιδέα που ανταποκρινόταν όλο και λιγότερο στην πολιτική πραγματικότητα. Η ιδέα ότι o Ερρίκος Z’ του Λουξεμβούργου θα αναστήλωνε την αυτοκρατορία και ότι o κόσμος θα τον έβλεπε, όπως είχε δει τον Καρλομάγνο, ως απεσταλμένο της θείας πρόνοιας, που θα επανέφερε την ειρήνη και τη δικαιοσύνη, ήταν ευσεβής πόθος του Δάντη και μερικών άλλων. Έτσι, λίγο μετά τον Ερρίκο Z’ ο Λουδοβίκος Δ’ ο Βαυαρός –που έδωσε την τελευταία μάχη εναντίον του πάπα της Αβινιόν Ιωάννη KB’ για την κυριαρχία του κόσμου– είχε στην πραγματικότητα αρκετά περιορισμένη εξουσία, ακόμα και μέσα στη Γερμανία (πέθανε εξόριστος). Με εντολή του πάντως δύο νομικοί, o Μαρσίλιος από την Πάντοβα και ο Ιωάννης του Ιανδού, διατύπωσαν για πρώτη φορά τη θεωρία περί λαϊκής βάσης της αυτοκρατορίας και πλήρους ανεξαρτησίας της από τον παπισμό, διαφυλάττοντας όμως την ιδέα της καθολικότητάς της. Στον προοδευτικό διαχωρισμό από κάθε άποψη της αυτοκρατορίας από τον παπισμό ανταποκρίνεται η δημιουργία τον 14ο και 15ο αι. εθνικών και τοπικών κρατών (πριγκιπάτα) που διεκδικούσαν (πρώτη η Γαλλία με τον Φίλιππο Δ’ τον Ωραίο) πλήρη και απόλυτη κυριαρχία. Έτσι η αυτοκρατορία στην πραγματικότητα ταυτίζεται πια με τη Γερμανία. Ο Κάρολος Δ’ της Βοημίας, αν και βρισκόταν σε καλές σχέσεις με τον πάπα, με το χρυσόβουλο του 1356 αφαίρεσε από την αυτοκρατορία τον αρχικό χαρακτήρα της ως θεσμού αναπόσπαστου από την εκκλησία και καθιέρωσε τον χαρακτήρα της ως γερμανικού θεσμού· με το χρυσόβουλο όρισε ότι στο εξής τον αυτοκράτορα θα τον εξέλεγαν χωρίς καμιά συμμετοχή, άμεση ή έμμεση, του πάπα, επτά εκλέκτορες: τρεις εκκλησιαστικοί άρχοντες (οι αρχιεπίσκοποι Μαγεντίας, Κολωνίας και Τρεβήρων) και τέσσερις λαϊκοί (o παλατίνος κόμης του Ρήνου, ο δούκας της Σαξονίας, ο μαρκήσιος του Βρανδεμβούργου και ο βασιλιάς της Βοημίας). Ο τρόπος της εκλογής του 1356 έμεινε σχεδόν αμετάβλητος, έστω και αν από το 1437 (με την εκλογή του Αλβέρτου Α’ του Αψβούργου) εκλέγονταν μόνο όσοι είχαν κληρονομικό δικαίωμα στη δυναστεία (εξαίρεση έγινε μόνο μια φορά, τον 14ο αι.) και οι εκλέκτορες έγιναν οκτώ (το 1648 προστέθηκε το δουκάτο της Βαυαρίας) και αργότερα εννιά (με το δουκάτο του Μπράουνσβαϊγκ-Λίνεμπουργκ που ο ηγεμόνας του έφερε το όνομα του εκλέκτορα του Ανόβερου). Τον 15ο και 16ο αι., επειδή τα ύψιστα συμφέροντα της αυτοκρατορίας και της εκκλησίας συμπίπτουν εξαιτίας του σχίσματος και προπάντων της Μεταρρύθμισης, η οποία διέρρηξε την ενότητα της εκκλησίας και κατακερμάτισε την αυτοκρατορία, η ένταση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο εξουσίες άρχισε να χαλαρώνει, ενώ το πρόβλημα της υπεροχής, που τόσο επίμονα παρουσιαζόταν στο παρελθόν, έπαψε να υπάρχει. Ο Κάρολος E’ είναι ο τελευταίος αυτοκράτορας που στέφθηκε από πάπα (τον Κλήμεντα Z’ στη Μπολόνια το 1530). Οι πάπες, που πάνω από έναν αιώνα είχαν αρνηθεί να επικυρώσουν την εκλογή των αυτοκρατόρων, δεν απαιτούσαν ούτε καν να αποτελεί η στέψη από τον πάπα την απαραίτητη προϋπόθεση για την επικύρωση της αυτοκρατορικής εξουσίας. Λίγο αργότερα o καρδινάλιος Βελαρμίνος, μια από τις μεγαλύτερες αυθεντίες στη διαμόρφωση της καθολικής δογματικής διδασκαλίας, στη Σύνοδο του Τριδέντου (σημερινό Τρέντο της Ιταλίας), θεωρούσε εξίσου εσφαλμένες και τη θεωρία ότι o αυτοκράτορας έχει όλη την κοσμική και πνευματική εξουσία, και την αντίθετη: ότι βρίσκεται υπό την απόλυτη εξουσία του πάπα. Πρότεινε λοιπόν μια μετριοπαθή λύση ως πιο σωστή: η πολιτική εξουσία να μείνει όσο το δυνατόν ανεξάρτητη από τη θρησκευτική, o δε πάπας να διατηρήσει το δικαίωμα επέμβασης σε πολιτικά ζητήματα μόνο σε περιπτώσεις απόλυτης ανάγκης, όταν δηλαδή θα κινδύνευε η ίδια η ηθική. Μετά τον τελευταίο θρησκευτικό πόλεμο, τον Τριακονταετή, η Α.Ρ.α. μεταμορφώνεται σε μια χαλαρή ομοσπονδία 300 και πλέον κρατών, που τα συνέδεε με τον αυτοκράτορα ένας τυπικός δεσμός υποτέλειας, το καθένα όμως ήταν τελείως ελεύθερο να οργανωθεί πολιτικά και θρησκευτικά όπως αυτό ήθελε, μέχρι του σημείου να συνάπτουν συμμαχίες με ξένες δυνάμεις (Συνθήκη της Βεστφαλίας, 1648). Έτσι η αυτοκρατορία έγινε ένας οργανισμός πολιτικά και θρησκευτικά ερμαφρόδιτος, στον οποίο μάταια ο αυτοκράτορας Λεοπόλδος Α’ προσπάθησε να προσδώσει ένα ελάχιστο όριο ενότητας ιδρύοντας τη Δίαιτα του Ρέγκενσμπουργκ (1683), διαρκές νομοθετικό σώμα όπου αντιπροσωπεύονταν οι εκλέκτορες, οι άλλοι ηγεμόνες και οι ελεύθερες πόλεις. Toν18o αι. άρχισε να διαγράφεται στους κόλπους της Α.Ρ.α. η υπεροχή του βασιλείου της Πρωσίας που είχε δημιουργηθεί από την επέκταση της μαρκιωνίας του Βρανδεμβούργου και έμελλε να πραγματοποιήσει τη γερμανική ενότητα ερχόμενο σε αντίθεση με την Αυστρία, που ήταν το κέντρο των κληρονομικών ηγεμόνων της αυτοκρατορικής δυναστείας των Αψβούργων. Ισχυρά και ανεξάρτητα ήταν και τα δουκάτα της Σαξονίας, της Βαυαρίας και της Βυρτεμβέργης. Στις αρχές του 19ου αι. η Α.Ρ.α. έχει χάσει την ισορροπία της και πορεύεται προς την αποσύνθεση: η δυτική πλευρά, η περιοχή του Ρήνου, βρίσκεται από καιρό υπό από τη γαλλική επιρροή· η Πρωσία και η Σαξονία ανταγωνίζονται ποια θα επικρατήσει στον διαμαρτυρόμενο γερμανικό κόσμο και ενδιαφέρονται να επεκταθούν στη σλαβική Ανατολή· η καθολική Αυστρία ενδιαφέρεται για την Ιταλία και φιλοδοξεί να επεκταθεί στη βαλκανική Ανατολή. Την εποχή αυτή εισβάλλουν στο έδαφός της οι δυνάμεις της επαναστατικής και αυτοκρατορικής Γαλλίας του Ναπολέοντα Α’ που τον έστεψε αυτοκράτορα στο Παρίσι ο πάπας Πίος Z’ (1804). Μετά τη συνθήκη του Πρεσβούργου (1805) και την επακόλουθη συγκρότηση της Ομοσπονδίας του Ρήνου, που έθετε υπό την προστασία του Ναπολέοντα τη Βαυαρία και τη Βυρτεμβέργη (είχαν ήδη ανακηρυχθεί βασίλεια) και όλες σχεδόν τις μικρές ηγεμονίες της δυτικής Γερμανίας (Ιούλιος 1806) ο αυτοκράτορας Φραγκίσκος B’ των Αψβούργων παραιτήθηκε από τον τίτλο του αγίου Ρωμαίου αυτοκράτορα (6 Αυγούστου 1806) και διατήρησε τον τίτλο του αυτοκράτορα της Αυστρίας, που τον είχε πάρει πριν δύο χρόνια. Έκλεινε έτσι ύστερα από δέκα αιώνες η ιστορία της Α.Ρ.α. Στους πέντε πρώτους αιώνες του βίου της είχε διαδραματίσει έναν ουσιαστικό ιστορικό ρόλο για τη διάδοση ενός κοινού ρωμαιογερμανικού και χριστιανικού πολιτισμού στο τμήμα της Ευρώπης που είχε μείνει έξω από την αρχαία ρωμαϊκή κατάκτηση. Ωστόσο, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα αργότερα εξακολούθησε να ασκεί ισχυρή ηθική επίδραση στους γειτονικούς λαούς, ώσπου εκπλήρωσε την αποστολή της και με την προοδευτική ενίσχυση των ανεξάρτητων εθνικών κρατών, εξέλιπε και ο ίδιος ο λόγος της ύπαρξής της. Η αυτοκρατορία της Αυστρίας, που υπήρξε συνέχειά της για περισσότερα από εκατό χρόνια, κατέρρευσε το 1918, υπό την επίδραση εθνικών δυνάμεων, οι οποίες ουσιαστικά δεν διέφεραν από τις δυνάμεις που είχαν συντελέσει στο να αποσυντεθεί σιγά σιγά η Α.Ρ.α. Μικρογραφία από τα «Μεγάλα Χρονικά της Γαλλίας», όπου ο Καρλομάγνος τα Χριστούγεννα του 800 δέχεται το στέμμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα από τον πάπα Λέοντα Γ’ (Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρίσι).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Αγία Χριστιανική Δημοκρατία — Βλ. λ. Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • ρωμαϊκός — ή, ό / ρωμαϊκός, ή, όν, ΝΜΑ [Ῥώμη] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην αρχαία Ρώμη ή στους Ρωμαίους (α. «ρωμαϊκή αυτοκρατορία» β. «ρωμαϊκός πολιτισμός») νεοελλ. φρ. «ρωμαϊκό δίκαιο» (νομ.) η νομοθεσία που ίσχυε στη Ρώμη από την ίδρυσή της, στη… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • απολυταρχία — Πολιτικό σύστημα στο οποίο ο ανώτατος άρχοντας συγκεντρώνει όλες τις εξουσίες και τις ασκεί χωρίς κανέναν περιορισμό. Η θεωρία ότι o μονάρχης αντλεί την εξουσία του από τον Θεό και ότι είναι συνεπώς ανεξέλεγκτος εκπρόσωπός του στη Γη, εμφανίζεται …   Dictionary of Greek

  • μεσαίωνας — Ονομάζεται γενικά Μ. η περίοδος της ευρωπαϊκής ιστορίας, που ορίζεται από την κατάλυση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (476) και την ανακάλυψη της Αμερικής (1492). Σχετικά με τη χρονολογική οροθέτηση του Μ. έχουν υποστηριχθεί και άλλες απόψεις …   Dictionary of Greek

  • θεοκρατία — Μορφή διακυβέρνησης στην οποία η πολιτική εξουσία είναι υποταγμένη στη θρησκευτική εξουσία ή στην εξουσία ενός προσώπου, κάστας ή οργάνωσης που ισχυρίζεται ότι την κατέχει απευθείας από τον Θεό. Μια πρώτη μορφή θ., η πιο συχνή κατά την αρχαιότητα …   Dictionary of Greek

  • Βοημία — (τσέχ. Echy, γερμ. Βöhmen). Ιστορική γεωγραφική περιοχή (περ. 53.000 τ. χλμ.) της κεντρικής Ευρώπης, πρώην ανεξάρτητο βασίλειο, που σήμερα περιλαμβάνεται εξ ολοκλήρου στην Τσεχία (δυτική και κεντρική). Από μορφολογική άποψη, η περιοχή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”